Παρίου

Παρίου
Πάριος
Paros
masc/neut gen sg
Πάρος
Paros
masc/neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • παρίου — παρί̱ου , παρά ἰόω become imperf ind act 3rd sg παρά ἰόω become pres imperat act 2nd sg παρά ἰόω become imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Мамукас, Андреас — Андреас Мамукас Ανδρέας Ζ. Μάμουκας Псевдонимы: (п …   Википедия

  • PARION — urbs in ora Hellesponti, a Milesiis, annô 2. Olymp. 19. exstructa, vel potius instaurata. Urbs enim κληθεῖσα ἀπὸ Παρίου τοῦ Ι᾿ασίωνος, dicta a Pario Iasonis filio, Steph. qui eam condidit, Ammian. Nummus exstat argenteus IIAPI h. e. ΠΑΠΙ h. e.… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • αλκαίος — I (Μυτιλήνη 640 – 570 π.Χ.).Λυρικός ποιητής. O Α. έζησε σε μια εποχή δύσκολη για τις ελληνικές πόλεις, οι οποίες αντιμετώπιζαν σοβαρά εσωτερικά προβλήματα, εξαιτίας της αντίθεσης των μεγάλων αριστοκρατικών γενών, που μετάτην κατάργηση της… …   Dictionary of Greek

  • λιθόκολλα — η (Α λιθόκολλα) νεοελλ. ειδική κόλλα για συγκόλληση λίθων ή για στερέωση πολύτιμων λίθων αρχ. μίγμα μαρμάρου ή παρίου λίθου και ταυρόκολλας το οποίο χρησιμοποιούνταν για συγκόλληση λίθων …   Dictionary of Greek

  • λυχναίος — λυχναῑος, αία, ον (Α) 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη λυχνία 2. λυχνεύς*. [ΕΤΥΜΟΛ. < λύχνος. Ο Ησύχιος παραδίδει μια γλώσσα λυχναῖος και λυχνεύς «ο διαυγής λίθος», που αναφέρεται σε ένα είδος διαφανούς και διαυγούς πάριου μαρμάρου] …   Dictionary of Greek

  • πάρος — Νησί των Κυκλάδων, το τρίτο σε έκταση (194,46 τ. χλμ.). Βρίσκεται στα Ν του συγκροτήματος Μυκόνου Δήλου, Δ της Νάξου και Α της Σίφνου. Ωοειδής στο σχήμα, με τους μεγάλους κόλπους της Νάουσας στα Β, της Παροικιάς στα Δ και του Δρυού στα Ν, και… …   Dictionary of Greek

  • Γαβριήλ — I Βιβλικό πρόσωπο. Ένας από τους αγγέλους που αναφέρονται στην Αγία Γραφή. Το όνομά του σημαίνει ο άνθρωπος του Θεού. Η παρουσία του Γ. στο έργο που επιτελεί ο Θεός για τον άνθρωπο θεωρείται από τις σπουδαιότερες αγγελοφανίες. Αυτό απηχεί και η… …   Dictionary of Greek

  • Επίδαυρος — Αρχαία πόλη της Αργολίδας. Βρισκόταν στις ακτές του Σαρωνικού, κοντά στον σημερινό οικισμό Παλαιά Επίδαυρος. Η πόλη ήταν περίφημη στην αρχαιότητα, όχι τόσο για την ιστορική της σημασία όσο για το περίφημο Ιερό του Ασκληπιού που βρισκόταν κοντά… …   Dictionary of Greek

  • Θεαγένης — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Τύραννος των Μεγάρων (7ος αι. π.Χ.). Ήταν προστάτης των χωρικών εναντίον των αριστοκρατικών της πόλης, τους οποίους κατόρθωσε να εξουδετερώσει. Περιβαλλόταν από ένοπλη φρουρά και βοήθησε τους φτωχούς με μεγάλα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”